UA-50457385-1

Σάββατο 15 Νοεμβρίου 2014

Και αν οι μέλισσες...



Και αν οι μέλισσες λες και είχαν αισθήματα ωσάν άνθρωποι? 

Και αν μπορούσαν να νιώθουν χαρά όταν έρχονταν από μακριά οι ανιχνευτές και με τον χορό τους φέρνανε τα νέα τα εύηχα, ότι νέκταρ και γύρη σε αφθονία είναι εκεί έξω και τους περιμένουν " Στην ανθοφορία αδερφές μου, στην ανθοφορία!" και όλες μαζί πετώντας να ξεχύνονται έξω?

Και αν νιώθανε έξαψη καθώς πετούσαν όλο και πιο γρήγορα, φορτωμένες με νέκταρ στο στομάχι τους, όλο και πιο γρήγορα, ανάμεσα στα λουλούδια, έχοντας στο σβέρκο τους την καυτή ανάσα του τεράστιου κιτρινόμαυρου αρπακτικού " Θα γλιτώσω, ναι θα γλιτώσω, λίγο ακόμα και θα γλιτώσω!" να δίνουν τον έσχατο αγώνα για την ζωή τους?

Και αν νιώθανε απογοήτευση όταν το τεράστιο λευκό ντουσμάνι* τους άρπαζε τους κόπους όλης της χρονιάς, και παρόλα τα τσιμπήματα τους ακάθεκτος συνέχιζε να βιάζει το σπίτι τους και να τους λεηλατεί τα αποθέματα σε τροφές "Τροφές που τις έχουμε τόσο ανάγκη στον σκληρό χειμώνα!", αδιαφορώντας για το άδικο που κάνει? 

Και αν νιώθανε φόβο όταν ελάχιστες, από πολλές κυψέλες ξένες μεταξύ τους μέλισσες, μαζευόταν σε πλαίσια γεμάτα με μέλι κλεμμένα από την κυψέλη τους χωρίς την γλυκιά μυρουδιά της μάνας τους "Μα που είσαι? Μου λείπεις και φοβάμαι!" σχηματίζοντας τοσοδούλες σφαίρες από σώματα για να νικήσουν παροδικά το κρύο?

Και αν νιώθανε σύγχυση όταν μια νέα μυρουδιά, εξίσου γλυκά με της μάνας τους, βγαίνει από μια από της αδερφές τους που τόσο μοιάζει με την μάνα τους στα νιάτα της "Θα σε ακολουθήσω όπου και να πας! Γιατί μου μυρίζεις σαν ζεστό σπίτι, ζεστό φαϊ, και ένα ζεστό και γλυκό χάδι!" που τις κάνει να θέλουν να λιποτακτήσουν μακρυά?

Και αν νιώθανε ζήλια που αυτή η αδερφή τους που την τάισαν και την φρόντισαν όλες μαζί έτσι ώστε να βγάζει αυτή την γλυκιά μυρωδιά "Είσαι μακρυά μου μα σε μυρίζω! Και με κάνεις να νιώθω σαν παιδί! Και εσύ μόνο μπορείς να είσαι η μάνα μας" είναι που τις κάνει να πνίγουν σχεδόν ακαριαία κάθε φορά την σκέψη  ότι πρέπει και αυτές να γεννήσουν? 

Και αν νιώθανε πικρά όταν ανίκανες και άρρωστες τις πετούσαν έξω από την κυψέλη οι αδερφές τους να χαροπαλέψουν μόνες τους και αβοήθητες "Μα εγώ έδωσα το σώμα μου και την ψυχή μου για το καλό όλων! Αυτό είναι το μερικό μου στο ευχαριστώ?" χωρίς δεύτερη σκέψη?

Και αν νιώθανε λύπη για τους αδερφούς τους που τόσο καιρό τους φρόντιζαν και τους πρόσεχαν, για να είναι έτοιμοι για το γαμήλιο τους ταξίδι "Γλυκέ μου Εαρ, με το γαμπριάτικο σου το κουστούμι θα σε θάψω!", το πρώτο και το τελευταίο τους?  

Και αν νιώθανε πανικό όταν λίγες πλέον, χτυπημένες από ασθένειες και κακοτυχία, ανίκανες να κρατήσουν τους εχθρούς εκτός των πυλών, να νιώθουν να διασπώνται οι γραμμές τους "Φυλάξτε γαμώτο την μάνα και τον γόνο σαν τα μάτια σας, την μάνα και τον γόνο γαμώτο....." ξέροντας ότι δεν υπάρχει περίπτωση και αυτή την φορά να υπερισχύσουν απέναντι σε ένα υπέρτερο εχθρό? 

Και αν νιώθανε απελπισία όταν ξέμειναν χωρίς τροφές, έκθετες στα κοφτερά δόντια του χειμώνα, "Λίγη τροφή να βρω, λίγη τροφή να βρω, να ταΐσω την μάνα, να ταΐσω την μάνα, να ζήσει αυτή, να ζήσει αυτή και ας πεθάνω, μόνο να ζήσει, να ζήσει...." και ανέλπιδα χωμένες μέσα στα κελιά η μία μετά την άλλη να πεθαίνουν ψάχνοντας κάτι που δεν υπάρχει?

Τι θα διάλεγαν τότε να κάνουν?

Με χαλύβδινη θέληση να συνεχίσουν αψηφώντας τα προστάγματα της ψυχής τους?

¨Η θα λύγιζαν κάτω από το βάρος της, ανήμπορες να υποστούν αυτό που η Φύση όρισε ως μοίρα τους?

Μπορεί μήπως και να υπάρχει χώρος για ποιητές ανάμεσα στις μέλισσες?


*düşman Ντουσμάν = εχθρός   


Μότσανος Λάζαρος

Σοχός 15/11/2014

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου