Κρύο.
Μουδιάζει τις αισθήσεις, σκοτώνει τα δόντια.
Σκοτεινιάζει την ψύχη, θολώνει τον νου.
Έξω η βροχή λυσσομανάει, δεν λέει να κοπάσει.
Δεν θέλει να κοπάσει, πεισματάρα και αυτή.
Οι μέρες λειψές, οι μέρες σαν να στερεύουν.
Ρυάκια λες και ‘ναι καλοκαιρινά, στερημένα από το ακριβό νερό.
Μέρες Οκτώβρη, μέρες κολοβές.
Αϋπνία και απόψε, ο ύπνος δεν σε πιάνει.
Μισείς το κρύο, απεχθάνεσαι το σκοτάδι, φοβάσαι τις βροντές.
Στέκεσαι γυμνή μπροστά από το παραθύρι.
Μόνη μέσα στις φουρτούνες του μυαλού σου.
Γυμνή μπροστά από το γυαλί με τα μάτια σου μόνο να αστράφτουν.
Κάρβουνα καυτά, μέσα σε βουρκωμένες κόγχες.
Άραγε ποιες θύμισες σε στοιχειώνουν, δαίμονες σε ψιθυρίζουν.
Κεραυνοί με το φως τους διαγράφουν την μορφή σου.
Ξέρω ότι τους φοβάσαι, ξέρω ότι σου ξυπνούν φοβίες αρχαίες.
Σιγά σιγά σε πλησιάζω, αγρίμι φοβισμένο που η πείνα του το οδηγεί.
Γυμνός με μια κουβέρτα να με περιβάλει, άηχα τις λέξεις αλαλάζω.
Κρύο απόψε, θα αρρωστήσεις, και στην ζωή μου δεν έχω για τίποτα άλλο να νοιαστώ.
Χαμογελάς, και με τον όγκο μου σε σκεπάζω.
Έξω εξακολουθεί να βρέχει, ασταμάτητα να βροντά.
Ενώ εσύ ζεστά μες στην αγκαλιά μου κουρνιάζεις.
ΜΟΤΣΑΝΟΣ ΛΑΖΑΡΟΣ 17/10/2011
ΣΤΗ ΣΙΓΑΛΙΑ ΤΩΝ ΛΥΚΩΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου