Συνεχίζουμε σήμερα με το δεύτερο μέρος της
σειράς αναρτήσεων Μελισσοκομία και υψηλές προσδοκίες εξετάζοντας το θέμα του
ανταγωνισμού που θα έχει ένας μελισσοκόμος στο ξεκίνημα του.
Όπως προείπαμε και στην πρώτη ανάρτηση αυτής
της σειράς δεν θα αναπτύξουμε μέχρι εξαντλήσεως το κάθε θέμα, μια που αρκετά από
αυτά που θα αναφέρουμε εδώ έχουν αναπτυχθεί διεξοδικά την τελευταία πενταετία
(Που? Στις 680 αναρτήσεις που ήδη αριθμεί αυτό το blog! Να στρώσετε τον κώλο σας να τα
βρείτε! Και εάν μου πείτε «Ναι ρε φίλε καλά τα λες, αλλά ξέρεις τι κόπος ή
χάσιμο χρόνου είναι για να βρούμε το κάθε τι που έχεις γράψει εδώ και τόσα
χρόνια?» θα σας απαντήσω «Ναι εγώ ξέρω τι χρόνος και κόπος χρειάζεται για να
βρεις τι έχει γράψει κάποιος εδώ και 5 χρόνια, ιδίως εάν είναι πολυγραφέστατος,
εσείς με την σειρά σας όμως ξέρετε τι κόπο και χρόνο χρειάζεται αυτός ο ίδιος
άνθρωπος για να τα γράψει αυτά που εσείς βαριέστε να τα βρείτε για να τα διαβάσετε?» Χα χα χα).
Οπότε χωρίς πολλά, πολλά, ας δούμε από πού
μπορεί να έρθει αυτός ο ανταγωνισμός στους νέους μελισσοκόμους που μόλις
ξεκινούν την ενασχόληση τους χωρίς να
μπορούν ακόμα να πετύχουν μεγάλες παραγωγές λόγου έλλειψης γνώσεων και εμπειρίας (σε χειρισμούς,
τοποθετήσεις, μελισσοκομική αντίληψη και στρατηγική μελισσοκομική σκέψη κ.α.) και
σε κεφάλαιο πάγιο ή ζωικό ή σε εξοπλισμό.
Ο ανταγωνισμός που θα αντιμετωπίσει ο
μελισσοκόμος χωρίζεται σε εξωτερικό και εσωτερικό.
Ας αρχίσουμε πρώτα από τον εξωτερικό
ανταγωνισμό. Εισαγωγές μελιού από χώρες του εξωτερικού καθώς και αθρόες «Ελληνοποιήσεις»
μελιών από το εξωτερικό που ωθούν τις
τιμές προς τα κάτω ή δεν τις αφήνουν να
ανέβουν σε ένα επίπεδο στο οποίο θα
συμφέρει η άσκηση της μελισσοκομίας ακόμα και με σχετικά μικρούς
αριθμούς κυψελών.
Μέλια τα οποία και παράγονται από
χώρες με πολύ χαμηλότερα κόστη παραγωγής (ιδίως τα τελευταία χρόνια με τις
αυξήσεις στους φόρους πάνω στα κέντρα κόστους της νομαδικής μελισσοκομίας
(αύξηση ΦΠΑ και ειδικών φόρων κατανάλωσης στα καύσιμα, αύξηση του ΦΠΑ στις
ζωοτροφές, στα κεριά, στα εργαλεία και τα μηχανήματα κ.α.), αλλά και του
αυξημένου κόστους σχεδόν στο σύνολό των ελληνικών προϊόντων που χρησιμοποιούν
οι μελισσοκόμοι λόγου έλλειψης ανταγωνισμού και ολιγοπωλιακών καταστάσεων στην
αγορά –πχ η τιμή στην ζάχαρη κάθε χρονιά έχει διακυμάνσεις ανοδικές ή καθοδικές
λες και είναι ασανσέρ χωρίς όμως αυτές
οι διακυμάνσεις να δικαιολογούνται από τίποτα!-), καθώς και με ελαστικότερους
κανόνες και νομολογία πάνω στην άσκηση της μελισσοκομίας σε αυτά τα μέρη (πχ
τροφοδοσίες πάνω στις παραγωγικές ανθοφορίες που στην Ελλάδα απαγορεύονται,
θεραπείες αποτελεσματικές (πχ αντιβιοτικά για νοζεμίαση) που διαφυλάσσουν το
ζωικό κεφάλαιο των μελισσοκόμων του
εξωτερικού από υπερβολικές απώλειες που και αυτές απαγορεύονται στην Ελλάδα,
διαφορετικά επίπεδα υγρασίας και HMF που επιτρέπονται ως ανώτερα από ότι σε εμάς –Η
Ελληνική νομολογία στην μελισσοκομία είναι από τις αυστηρότερες στον Κόσμο-
κ.α.).
Ή ακόμα και η εισαγωγή προϊόντων που περνούν
ως «Μέλι» και έχουν ως βάση το άμυλο και ζάχαρη. Μια υπέροχη εργασία πάνω σε
αυτό το ζήτημα έχει γίνει από τον Στράτο Σαραντουλάκη στο blog Ορεινό μέλι
με τίτλο Ο πόλεμος του Μελιού, σας συνιστώ να την διαβάσετε, μπράβο
συνάδερφε, πολύ καλή έρευνα, συνέχισε
την καλή δουλειά! Δυστυχώς το κράτος που φροντίζει να κρατά υπερβολικά υψηλά τα
στάνταρ στην παραγωγή του εγχώριου μελιού, έχει αδρανήσει πλήρως πάνω στον
έλεγχο των εισαγωγών και των ελληνοποιήσεων των μελιών και των ντεμέκ «μελιών».
Τόσο πολύ που όσο και να έχεις καλή θέληση και πίστη στην αγαθότητα των
προθέσεων των ελεγκτών του κράτους, είναι αδύνατο να μην υποψιαστείς ότι κάτι
ύποπτο βρίσκεται πίσω από αυτή την αδράνεια στους ελέγχους. Όσο ανίκανο και να
είναι το κράτος μας τόσο πολύ ανικανότητα σε αυτό τον τομέα πλησιάζει είτε την εγκληματική ηλιθιότητα είτε την συνωμοσία,
και δυστυχώς σύμφωνα με το ξυράφι του Όκαμ η απλούστερη πιθανότητα δεν είναι η
εγκληματική ηλιθιότητα…
Αρκετά με τον εξωτερικό ανταγωνισμό, πάμε
τώρα και στον εσωτερικό ανταγωνισμό που
θα έχει να αντιμετωπίσει ο νεοεισερχόμενος μελισσοκόμος. Δύο οι κυριότερες κατηγορίες
ανταγωνισμού που θα βρει στον δρόμο του.
Πρώτα από τους επαγγελματίες μελισσοκόμους που
ήδη έχουν εδραιωθεί στον χώρο, και κυρίως από μελισσοκόμους δεύτερης, τρίτης ή
και τέταρτης γενιάς που έχουν εκατοντάδες κυψέλες ή μπορεί και χιλιάδες κυψέλες,
και έχουν παραγωγές δεκάδων τόνων μελιού κάθε χρονιά. Και σε αυτή την περίπτωση έχουμε τον νόμο της προσφοράς
και της ζήτησης να λειτουργεί και να πέφτει η τιμή ανά κιλό του μελιού που
παράγουν, γιατί δεν μπορούν να καλύψουν όλη την παραγωγή τους με την ζήτηση
λιανικών πωλήσεων που έχουν (γιατί απλούστατα εάν έχεις 600-700 και άνω κυψέλες
θα είσαι μέρα νύχτα πάνω στα βουνά και τους
κάμπους, και δεν θα έχεις χρόνο για να
κυνηγήσεις κάθε λιανική πώληση που μπορεί να σου παρουσιαστεί ή να
δημιουργήσεις την ζήτηση για τα προϊόντα σου αναλαμβάνοντας την προώθηση τους )
με αποτέλεσμα ένα μεγάλο μέρος της παραγωγής
τους να πηγαίνει στην χονδρική με πολύ χαμηλότερες τιμές (φυσικά αυτό έχει και
επίπτωση και στην ποιότητα του προϊόντος που θα παρέχουν, όταν κάποιος πάει για
μεγάλους όγκους παραγωγής λόγου χαμηλής
τιμής προϊόντος θα το πετύχει, ότι πληρώνεις αγοράζεις, βασικός νόμος του
εμπορίου αυτός!).
Αλλά ας αναλύσουμε εδώ το πώς μπορεί να γίνει αυτό. Η αξία της
παραγωγής ενός μελισσοκόμου ορίζεται από το κόστος για να παραχθεί αυτό το προϊόν
+ το κέρδος του μελισσοκόμου σύμφωνα με την οικονομική θεωρία. Επίσης η αξία παραγωγής του μελισσοκόμου θα
κατανεμηθεί ως το κόστος για να ζήσει ο μελισσοκόμος και η οικογένεια του + το κόστος
για να υπάρξει η μελισσοκομική δραστηριότητα για την επόμενη χρονιά
(καύσιμα, τροφές, κεριά, υλικά για συντήρηση του πάγιου εξοπλισμού, έξοδα
λειτουργίας μελισσοκομικής επιχείρησης δηλαδή) + κόστος για μελλοντικές επενδύσεις στην μελισσοκομική επιχείρηση
(νέα μηχανήματα που θα αντικαθιστούν εργασία με κεφάλαιο, μεγαλύτερων
δυνατοτήτων μηχανήματα και εργαλεία πχ μεγαλύτερο φορτηγό, επενδύσεις σε πάγιο εξοπλισμό
πχ νέο εργαστήριο ή αποθήκη).
Οπότε αυτή η σχηματοποίηση του που θα πάει η
αξία της παραγωγής θα πρέπει να είναι στο μυαλό σας διαρκώς. Από αυτές τις τρείς
κατηγορίες κόστους κάποιες είναι πιο σταθερές ως απόλυτες τιμές όσο αφορά το
που βρίσκεται όσο αφορά τον αριθμό κυψελών ένας μελισσοκόμος πχ πες ότι κάποιος
μελισσοκόμος θέλει 10,000 ευρώ τον χρόνο για να ζήσει αυτός και η οικογένεια
του.
Είτε αυτός ο μελισσοκόμος έχει 150 κυψέλες, είτε 1500, αυτό το κόστος πάνω
κάτω θα είναι ίδιο (εκτός εάν είναι ο μελισσοκόμος κανένας τενεκές και
γουστάρει να κυκλοφορεί με τίποτα κωλοπετσωμένες Μερσεντές σαν κανένας επιδοτούμενος
αγελαδάρης οπότε άντε γεια….. Χα χα χα). Οπότε αυτό το συγκεκριμένο κόστος ανά κυψέλη στον
ένα μελισσοκόμο σε σχέση με τον άλλο μελισσοκόμο είναι υπερδεκαπλάσιο! Και
είναι ένα σημαντικό κόστος αυτό πχ με 10
κιλά μέλι ανά κυψέλη και 6 ευρώ το κιλό η τιμή του μελιού ο πρώτος μελισσοκόμος
θα βγάλει 1,5 τόνο μέλι δηλαδή 9000 ευρώ και θα χρειασθεί 10.000 ευρώ μόνο για
να ζήσει αυτός και η οικογένεια του (ούτε καν μιλάμε για νέα επένδυση, ούτε και
για το πώς θα καλυφθούν τα κόστη της επόμενης χρονιάς για να λειτουργήσει η μελισσοκομική
επιχείρηση!) οπότε θα έχει ένα άνοιγμα 1000 ευρώ λιγότερα από αυτά που
χρειάζεται για να επιζήσει (μόνο αυτός, όχι και τα μελίσσια του!).
Αντίστοιχα με τα ίδια δεδομένα κάποιος με 1500
κυψέλες θα παράγει 15 τόνους μέλι (στην
πραγματικότητα θα παράγει πολύ περισσότερα, μελισσοκόμοι των 1500 κυψελών ούτε
τυχαίοι είναι, ούτε αφήνουν τίποτα στην τύχη, στάνταρ θα παράγει και
περισσότερο μέλι ανά κυψέλη από έναν νεοεισερχόμενο στον χώρο!) οπότε θα έχει
με αυτές τις τιμές ( λίγο δύσκολο αυτό
βέβαια) 90,000 ευρώ έσοδα, εάν αφαιρεθούν οι
10,000 ευρώ για την διαβίωση του (θέλετε να τις κάνουμε 20,000? Νιέμα
προμπλέμα, πάλι οι αριθμοί βγαίνουν!) θα του μείνουν 80,000 ευρώ για να τα ρίξει στην μελισσοκομική του
επιχείρηση για να λειτουργήσει την επόμενη χρονιά, αλλά του μένουν και χρήματα
για να επενδύσει σε νέο κεφάλαιο σε αυτή (φυσικά για Έλληνες τώρα μιλάμε, οπότε
πιθανότερο είναι να αγοράσει με το πλεόνασμα κανένα σπίτι στην Σαλονίκη ή στην
Χαλκιδική –Αθήνα ή Σούνιο αντίστοιχα στον Νότο-). Ακόμα και εάν δώσει το μέλι
του με 4 ευρώ το κιλό θα έχει έσοδα 60,000 ευρώ, και αντίστοιχα θα του μείνουν
αφού αφαιρέσει τα έξοδα διαβίωσης του 50,000 ευρώ! Φυσικά αυτό είναι ένα
σενάριο μιας κακής χρονιάς από άποψης παραγωγής, και ενώ ο μικρός μελισσοκόμος
θα έχει πρόβλημα επιβίωσης, δεν ισχύει και το ίδιο και για τον μεγάλο.
Επίσης όπως ήδη έχουμε αναφέρει το κόστος του
μελιού ορίζεται ως το κόστος της παραγωγής + το κέρδος του μελισσοκόμου. Όσο
μεγαλύτερη η παραγωγή τόσο συμπιέζονται ορισμένα κόστη της λόγο οικονομιών
κλίμακας (πχ σε άλλη τιμή θα πάρεις 200 κιλά ζαχαροζύμαρο και σε άλλη τιμή 2000
κιλά, σε άλλη τιμή θα πάρεις 5 εικοσιτετράδες γυάλινα βάζα και σε άλλη τιμή θα
πάρεις 5 παλέτες με βάζα), αλλά και τόσο μεγαλύτερο ρόλο θα παίζουν τα σταθερά
και ημιμεταβλητά κόστη παραγωγής στην ανταγωνιστικότητα σου (πχ ασφαλιστικές
εισφορές, πες δίνεις 1,200 ευρώ τον χρόνο έχοντας 150 κυψέλες 1,200 ευρώ θα
δίνεις και με 1500 κυψέλες, το ίδιο και με τα τέλη κυκλοφορίας –εάν δεν έχεις φυσικά καμία νταλίκα για μελισσοκομικό φορτηγό-, για
τηλέφωνα, ηλεκτρικό ρεύμα για το εργαστήριο (ή έστω ελαφρά μεγαλύτερο!) και ένα
σωρό ακόμα τέτοια κόστη) οπότε ήδη ένα μέρος αυτής της εξίσωσης είναι μικρότερο
για τον μελισσοκόμο με τις περισσότερες κυψέλες και παραγωγή. Το δεύτερο μέρος,
το κέρδος του μελισσοκόμου δηλαδή, ήδη έχουμε αναφέρει ότι μπορεί να συμπιεστεί
περισσότερο γιατί και το κόστος διαβίωσης του μεγάλου μελισσοκόμου επιμερίζεται
σε πολύ μεγαλύτερη παραγωγή, οπότε λειτουργεί και αυτό ως σταθερό κόστος που
μπορεί να βοηθήσει την ανταγωνιστικότητα της τιμής των προϊόντων του ως προς ένα
μικρότερο ανταγωνιστή του. Με λίγα λόγια ο μεγάλος μελισσοκόμος έχει
τα περιθώρια να ζήτα μικρότερη πρόσοδο ανά κυψέλη από ότι ένας μικρότερος
μελισσοκόμος, και αυτό ακριβώς παίρνει κάνοντας «εύκολες» πωλήσεις στην
χονδρική.
Το οποίο όπως έχουμε προαναφέρει τις περισσότερες
φορές δεν είναι καν επιλογή, αλλά αναγκαιότητα λόγου του όγκου εργασίας που
έχουν οι μελισσοκόμοι με τεράστιους αριθμούς κυψελών. Φυσικά υπάρχει και το
αλλά, μικρότερη η τιμή οπότε περισσότεροι και οι αγοραστές, οπότε και ποντίκια και
μπουκάλια και αβέρτα κερί και μέλισσες θα βλέπεις μέσα σε τενεκέδες με μέλι, και
παράξενα ποσοστά υγρασίας και HMF στο μέλι λες και υπήρχε τροφοδοσία πάνω στις παραγωγικές ανθοφορίες,
και «εξωτικά» φάρμακα που επιτρέπονται μόνο εις Δυσμάς, και τεράστιο ενδιαφέρον
για ομογενοποιητές μελιού και αφυγραντήρες μελιού από μεγάλους μελισσοκόμους θα
βλέπεις, ακριβώς όπως το ίδιο ενδιαφέρον για αυτά τα μηχανήματα το βλέπεις από τους
εμπόρους μελιού! Είπαμε, ότι πληρώνεις αγοράζεις!
Πάμε παρακάτω, δεύτερη κατηγορία εσωτερικού
ανταγωνισμού που θα αντιμετωπίσει ένας νεοεισερχόμενος επαγγελματίας
μελισσοκόμος έρχεται από μελισσοκόμους που δεν είναι κατά κύριο επάγγελμα
μελισσοκόμοι αλλά έχουν άλλες κύριες (ή και συμπληρωματικές) εργασίες.
Αν θυμάστε αυτό το είχα αναφέρει στην ανάρτηση
του blog Αποκωδικοποιώντας μελισσοκομικά τον Αρκούδα (άντε πάλι! Μάγκες σας κάνω με το να σας λέω και που
να ψάχνετε μέσα στο blog!
Χα χα χα). Κυρίως συνήθως ο ανταγωνισμός προέρχεται από εργαζόμενους του δημοσίου τομέα που ταυτόχρονα ασκούν και την
μελισσοκομία.
Και εδώ πάλι θα έχουμε ως ανταγωνιστικό πλεονέκτημα αυτών των
μελισσοκόμων την σχέση κόστους που ήδη έχουμε δει πιο πάνω. Δηλαδή η αξία παραγωγής του μελισσοκόμου θα
κατανεμηθεί ως το κόστος για να ζήσει ο μελισσοκόμος και η οικογένεια του + το κόστος
για να υπάρξει η μελισσοκομική δραστηριότητα για την επόμενη χρονιά + κόστος
για μελλοντικές επενδύσεις στην μελισσοκομική επιχείρηση. Ναι αλλά σε ένα μελισσοκόμο
που έχει μια άλλη κύρια εργασία το κόστος για να ζήσει ο μελισσοκόμος και η
οικογένεια του μπορεί να καλυφθεί πλήρως ή εν μέρει (ή μπορεί και να υπάρχει
και περίσσευμα για να δοθεί ως επένδυση στην μελισσοκομική επιχείρηση!) από την
άλλη του την εργασία, και ότι θα του αφήσει η μελισσοκομική επιχείρηση ως
πρόσοδο να πάει για να καλύψει τις ανάγκες της επόμενης χρονιάς στην
μελισσοκομική επιχείρηση ή να πάει για να επενδυθεί σε νέα μηχανήματα που θα
αντικαταστήσουν εργασία με κεφάλαιο (κάτι που είναι και λογικό, γιατί κάποιος
που έχει δύο εργασίες αναγκαστικά δεν θα έχει τόσο χρόνο για να ασχοληθεί με
την μελισσοκομία, οπότε ότι του κερδίζει χρόνο και εργασία θα είναι
μονόδρομος!).
Θα μου
πείτε μπορούν να παράγουν τόσο μεγάλες ποσότητες μελιού αυτοί οι μελισσοκόμοι
που δεν έχουν ως κύριο επάγγελμα την μελισσοκομία? Όχι είναι η απάντηση! Φυσικά
και δεν μπορούν να παράγουν τις ποσότητες που παράγει η παραπάνω κατηγορία εσωτερικών
ανταγωνιστών αλλά από την άλλη πλευρά έχουν τους αριθμούς με το μέρος τους,
κοιτάξτε τους μελισσοκόμους που διακρίνονται εκεί έξω, πόσοι από αυτούς έχουν
και δεύτερες εργασίες? Πολλοί ε? Επίσης αυτή η κατηγορία μελισσοκόμων έχει
περισσότερο προσανατολισμό στις πωλήσεις λιανικής παρά στις πωλήσεις χονδρικής.
Και γιατί έχουν την ικανότητα να παρουσιάσουν πολύ καλύτερα τον εαυτό τους και τις
μελισσοκομικές επιχειρήσεις από όσους είναι χαμένοι κάπου εκεί έξω καθώς
βόσκουν χιλιάδες κυψέλες. Αλλά κυρίως γιατί έχουν παραγωγές τόσο μικρές που
μπορούν άνετα να καλύψουν μόνο την
ζήτηση λιανικής που θα έχουν. Οπότε και το ανταγωνιστικό τους πλεονέκτημα στην
πραγματικότητα λόγου του «χειρουργικού» πλήγματος που κάνουν πάνω στην λιανική
λειτουργεί πολλαπλασιαστικά για κάποιον μελισσοκόμο που δεν έχει το αντίστοιχο
πλεονέκτημα και πρέπει να λειτουργήσει κυρίως στον χώρο της λιανικής.
Τι λέει? Πέσανε και άλλα αυτιά? Και χρειάστηκαν
μόνο 4 σελίδες ε? Μια χαρά νέο ρεκόρ για τον Αρκούδα, μια νέα πρωτιά, ένας ο Αρκούδας
30,000 τα ζευγάρια τα αυτιά τα πεσμένα! Χα χα χα.
Δεν πειράζει κάποιος να σας τα λέει αυτά να
μην πηγαίνετε ξιπόλητοι στα αγκάθια, και γυμνοί στους λάκκους με τα αγγούρια! Σας
έχουν στις παπάνζες όπως λένε και οι Νότιοι με τα αβέρτα τα μελάκια από εδώ και
εκεί και ονειρεύεστε κίτρινα Ελ Ντοράντο! Να προχωρά σιγά, σιγά,
και αυτή η σειρά αναρτήσεων για να φτάσουμε και στο σημαντικότερο μελισσοκομικό
ερώτημα από όλα.
Αλλά πολλά και
σήμερα είπαμε, κουλάρετε λίγο, να σας σηκωθούν σιγά, σιγά, τα αυτιά, για
να σας τα ξαναρίξω και πάλι χα χα χα.
Αλλά μέχρι τότε………..
Adios Amigos Locos
Σειρά Μελισσοκομία και υψηλές προσδοκίες
Σειρά "Απαντώ εκεί που δεν με σπέρνουν".
Μότσανος Λάζαρος
Σοχός 28/03/2019